του Μανώλη Χετζογιαννάκη εκπ/κού
Πριν από
70 πάνω κάτω χρόνια όταν ανέδιαζε κανείς
από το Σελί της Αμπέλου ή το Σελί του Σταυρού ή από το Τσούλη μνήμα για
να δει το Οροπέδιο του Λασιθιού, εκείνο που αμέσως τον εντυπωσίαζε ήταν οι
δεκάδες, οι εκατοντάδες ανεμόμυλοι ίδια αγγέλοι κι αρχαγγέλοι που πετάριζαν
στον αέρα. Λίγα χρόνια αργότερα χάσανε τα φτερά τους και μείνανε ίδια σκιάχτρα
που κανένα μεν δε φοβίζουν αλλά σε πολλούς προκαλούν λύπηση. Στη μπάντα μας,
στα Εμπαροχώρια, δεν είχαμε ποτέ τέτοιους ανεμόμυλους. Προσωπικά είδα ανεμόμυλο
για πρώτη φορά στον κάμπο της Παναγιάς όταν 10, 11 χρονών με πήρε ο πατέρας μου
να πάμε αγώι στο παζάρι στο Αρκαλοχώρι. Το χωριό μας, ο Ξενιάκος είχε τότε τρεχούμενα
νερά κυρίως τη Γρα Βρύση μα και τον Ποταμό και το Κακό Ρυάκι στα οποία οι
κάτοικοι έκαναν μικροφράγματα (δέματα) και οδηγούσαν το νερό στους κήπους και
στα περιβόλια τους στον Κορεσανό, στου Μπραΐμη, στη Μπλατζουνού, στον
Τραγινιάκο , στο Χάνι της Δρακώνας.
Τα νερά
όμως αυτά το καλοκαίρι λιγόστευαν και κάποια στιγμή χάνονταν. Όσο περισσότεροι
καλλιεργούσαν κι όσο περισσότερα ήταν τα περπετσούλια (μικροχώραφα) που
καλλιεργούνταν, τόσο και η ανάγκη για νερό μεγάλωνε. Και τώρα τι κάνουμε;
Άρχισαν να σκάβουν στις άκρες των περιβολιών πηγαδάκια. Κοιλάδα, ποταμιά, στα
5-6 μέτρα βρίσκανε ικανοποιητικό νερό για τις τότε ανάγκες τους. Το νερό το
έβγαζαν στην αρχή «μπράτσο» δηλαδή τραβώντας με το χέρι το σκοινί στην άκρη του
οποίου ήταν δεμένη η γκαζοντενέκα ή ο κουβάς που βουτούσαν στο νερό. Η εργασία
επίπονη, κουραστική και η απόδοση ασήμαντη. Και τότε μηχανεύτηκαν το «γεράνι».
Μπορεί και κάποιος ξένος περαστικός να τους το έμαθε. Γέμισε η λαγκαδιά
γεράνια. Κάθε πρωί και κάθε πρόσαργο (απόγευμα), ίδια καλογέροι που
προσεύχονταν ακουμπούσαν τη μύτη τους στη γη κι ύστερα σηκώνονταν και
ξανασκύβαν και ξανασηκώνονταν πάλι και πάλι.
Το γεράνι
φαίνεται ότι είχε Αιγυπτιακή προέλευση.
Ύστερα ήρθαν οι σακκι-έδες ζωήλατες
μηχανές. Θυμάμαι έναν σακκι-έ στον Λάκκο που αν δεν κάνω λάθος ανήκε στους
Ζερβήδες και ανέβαζε το νερό με κουβαδάκια και έναν στην Αγία Μαρίνα που
αποτελούνταν από αλυσίδα με λαστιχένιους κόμπους και ανήκε στους Χετζάκηδες
(Τσικιντίρηδες) και στους Περήδες. Ύστερα εμφανίστηκαν οι πετρελαιομηχανές και
μετά τα βενζινομηχανάκια. Κάθε πηγαδάκι κι ένα μοτεράκι. Πάει το γεράνι το οικολογικό
εργαλείο. Νεκρώθηκε, ξεχαρβάλωσε, σάπισε, πετάχτηκε. Στο Λασίθι έστω και για
τουριστικούς λόγους βλέπει κανένας που και που κανέναν ανεμόμυλο. Γεράνι στα
Μπαρίτικα ούτε για δείγμα πια, έτσι για να μαθαίνουν οι νεώτεροι την αγροτική
οικονομική ιστορία του τόπου τους.
Και μετά; Μετά τα κοινοτικά συμβούλια
άνοιξαν χαώδη πηγάδια (χαούζες) και είτε με μεγάλες μηχανές αρχικά κι αργότερα
με ηλεκτρομηχανές διοχέτευαν το νερό με τσιμεντένια αυλάκια (καταπότες) στα
περιβολάκια και σους κήπους του κόσμου. Λιγόστεψε το νερό μέχρι που χάθηκε από
τις πηγαϊδούλες. Άχρηστα και τα μοτεράκια!
Σήμερα όπου και να πας βλέπεις λάστιχα
ποικίλων διαμετρημάτων, σαν μαύρα φίδια να κυκλώνουν και να περισφίγγουν τη γη,
απελπισία για τη μνήμη και τις όμορφες εικόνες που ζήσαμε κάποτε.
Και το νερό όλο
και πιο βαθιά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου